Παρουσίαση
Παρότι η αντίληψη πως η ιστορική επιστήμη μελετά το παρελθόν έχει εγκαταλειφθεί εδώ και δεκαετίες από τα σύγχρονα ρεύματα της επιστήμης της ιστορίας, ωστόσο εξακολουθεί να επιβιώνει σε αξιοσημείωτο βαθμό στην ιστοριογραφική πράξη και στη θεωρία της ιστοριογραφίας, καθώς και στο κοινό της. Εμείς, ως ομάδα ιστορικών που πλαισιώνουμε το ΙΚΕ Δημήτρης Μπάτσης, ερευνώντας όψεις των κοινωνιών του παρελθόντος και του (φευγαλέου) παρόντος, θεωρούμε ότι η ιστορική επιστήμη σκοπεύει να κατανοήσει τη φύση της ιστορικής κίνησης, ώστε οι – μελλοντικοί – κοινωνικοί μετασχηματισμοί να μην διέπονται απλώς από τους νόμους της φυσικής εξέλιξης, αλλά να επικαθορίζονται από τη συλλογική, έλλογη και σχεδιασμένη κοινωνική δράση.
Ειδικότερα, σε σχέση με τις ανάγκες της κοινωνίας της Ελλάδας, και ιδίως ως προς το επιτακτικό καθήκον της παραγωγικής και θεσμικής ανασυγκρότησής της, το οποίο υποδηλώνεται από το ίδιο το όνομα του Ινστιτούτου μας, η ιστορική έρευνα οφείλει να προσεγγίσει στη διαχρονία τους ορισμένες οικονομικές, θεσμικές και ιδεολογικές δομές της χώρας (ως αρθρωμένα και σχετικά σταθερά πλαίσια κοινωνικής πράξης, τα οποία αποτελούν αποτέλεσμα προηγούμενης κοινωνικής δράσης μέσα σε καθορισμένες ιστορικές συνθήκες) και να συλλάβει τις τάσεις της εξέλιξής τους και τις επιφανειακές ή τις βαθύτερες αντινομίες τους. Με αυτό τον τρόπο, μπορεί να συνεισφέρει σε μια έλλογη, δημοκρατική και συλλογική πολιτική ανασυγκρότησης της Ελλάδας. Σε αυτό το πλαίσιο ανήκει η θεματική των σημείων επαφής και των συγκρουσιακών σχέσεων μεταξύ φιλελευθερισμού και δημοκρατίας, τόσο γενικά όσο και ειδικά στη σύγχρονη ελληνική ιστορία.
Τα μέλη του Ιστορικού Τμήματος του ΙΚΕ Μπάτσης επιλέγουν, είτε ως άτομα είτε ως ομάδα, την προβληματική με την οποία θα συνεισφέρουν σε αυτό τον σκοπό. Για τα ήδη υφιστάμενα μέλη του ορισμένες ακόμη θεματικές έχουν στρατηγική σημασία για την υλοποίηση της εν λόγω στοχοθεσίας. Για παράδειγμα, η διαμόρφωση των συμμαχιών των ευρωπαϊκών κρατών στο πλαίσιο του όψιμου ιμπεριαλισμού της περιόδου 1880-1914, διατηρεί το ενδιαφέρον της και σήμερα, επειδή ορισμένες όψεις της τείνουν να ενεργοποιούνται ξανά σε ένα νέο πλαίσιο νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης και οικονομικού ιμπεριαλισμού. Εδώ εντάσσεται και η ιστορία της ΕΟΚ, της ΕΕ και της Ευρωζώνης, ενώ αναπτύσσεται, ιδίως από το 1980 και έπειτα, το φαινόμενο του σύγχρονου φασισμού, ο οποίος παρουσιάζει ορισμένες συνέχειες αλλά περισσότερες ασυνέχειες σε σχέση με το φασισμό του μεσοπολέμου. Ο σύγχρονος ευρωπαϊκός φασισμός, που ήδη από τη δεκαετία του 1990 έχει αναλάβει κυβερνητικές ευθύνες σε αρκετά κράτη μέλη της ΕΕ και της Ευρωζώνης, συνιστά για την ιστορία, ως κοινωνική επιστήμη, έναν σημαντικό κόμβο για την έρευνα της εξέλιξης των αντιστοίχων κοινωνιών, από μία πλευρά έκκεντρη ή μη˙ επίσης, αποτελεί σημαντικό κόμβο για την ανάλυση των δυνατοτήτων διαφορετικής πορείας των διακρατικών σχέσεων της Ευρώπης γενικότερα, δηλαδή της Ευρώπης στην οποία συμπεριλαμβάνεται η Ρωσία. Για τη σπουδή του φασισμού παραμένει πάντοτε επίκαιρη η μελέτη των σύγχρονων μικροαστικών τάξεων, ενώ για την κατανόηση των δυνατοτήτων διαφορετικών διακρατικών σχέσεων στην Ευρώπη, αλλά και για τη σχέση κρατικού και ιδιωτικού τομέα στο σοσιαλιστικό μετασχηματισμό των σύγχρονων ευρωπαϊκών κοινωνιών, έχει αξία τόσο η σοβιετική ιστορία όσο και η σύγχρονη ρωσική ιστορία.
Ιστορικό Τμήμα του ΙΚΕ Δημήτρης Μπάτσης