Για την Περίπτωση της «Μεγάλης Στροφής»: Γράμματα από Μακριά
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΜΑΡΙΟΛΗΣ & ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΩΚΛΗΣ
Σειρά Δημοσιεύσεων Οικονομικού Τμήματος, Αρ. 37.
I. Στροφή
Η μετά την κρίση της περιόδου 1999-2002 αντιστροφή της κατάστασης στην Αργεντινή σηματοδοτήθηκε από:
(i). Την απαγκίστρωση από τη λογική των αξιωμάτων της «δεύτερης παγκοσμιοποίησης», γενικά, και των προγραμμάτων του ΔΝΤ, ειδικότερα.
(ii). Την έξοδο από το καθεστώς της σταθερής συναλλαγματικής ισοτιμίας (ως προς το δολάριο των ΗΠΑ).
(iii). Μία ισχυρή υποτίμηση του πέσο ως προς το δολάριο. Συγκεκριμένα, το έτος 2002, η ισοτιμία μεταβλήθηκε από 1:1 σε 1:4.
Σε ένα από τα πιο γνωστά, και εξίσου συντηρητικά-«ορθόδοξα», συγγράμματα Μακροοικονομικής σημειώνεται: «Εκείνη την εποχή, μερικοί οικονομολόγοι προέβλεψαν μία βαθιά οικονομική κρίση για την Αργεντινή. Όμως, η μείωση της τιμής συναλλάγματος δημιούργησε το σκηνικό για μία ανάκαμψη γρηγορότερη από την αναμενόμενη. Τα αγαθά της Αργεντινής έγιναν φτηνά σε σχέση με τα αγαθά εξωτερικού και οι εξαγωγές γνώρισαν άνθηση. Στο διάστημα 2003-2007 η παραγωγή αυξήθηκε γρήγορα και η ανεργία μειώθηκε κάτω από 10% [ήταν σε επίπεδα της τάξης του 25%]. Κατά την περίοδο αυτή, η κυβέρνηση κατάφερε να μειώσει τα ελλείμματα του προϋπολογισμού, το βασικό πρόβλημα στο οποίο οφειλόταν η αστάθεια της Αργεντινής [από τα τέλη της δεκαετίας του 1980]. Ο χρόνος θα δείξει αν η σημαντική ανάπτυξη και τα μικρά ελλείμματα προϋπολογισμού θα αποδειχθούν βιώσιμα.» (Mankiw, N.G. και Ball, L.M. (2013) Μακροοικονομική και το Χρηματοπιστωτικό Σύστημα, Αθήνα, Gutenberg, σσ. 817-818).
Πράγματι, τα βραχυπρόθεσμα αποτελέσματα της νέας οικονομικής πολιτικής δεν ήταν αμελητέα, καθώς την περίοδο 2002-2006 επιτεύχθηκαν τα εξής:
(i). Ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης της τάξης του 9%.
(ii). Πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα της τάξης του 4% του ΑΕΠ.
(iii). Πλεονάσματα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της τάξης του 3%.
(iv). Ετήσια αύξηση επενδύσεων κατά 25%.
(v). Σημαντική μείωση του κάτω από τα όρια της φτώχειας πληθυσμού: από τα 20 εκατομμύρια (δηλ. περί το 50% του συνολικού πληθυσμού της χώρας) σε κάτω από 10 εκατομμύρια.
Αλλά και μεσοπρόθεσμα η αναπτυξιακή πορεία της Αργεντινής αποδείχθηκε βιώσιμη, υπό την έννοια ότι (ενδεικτικά):
(i). Κατά την περίοδο 2002-2013, η οικονομία μεγεθύνθηκε με μέσο ετήσιο ρυθμό της τάξης του 7%.
(ii). Κατά την περίοδο 2003-2013, οι πραγματικοί μισθοί αυξήθηκαν κατά περισσότερο από 70%.
(iii). Το έτος 2014:
(α). Το ποσοστό ανεργίας είναι στο 6.9%.
(β). Το δημόσιο χρέος βρίσκεται στο 37% του ΑΕΠ.
(γ). Οι εξαγωγές ανέρχονται σε 72 δισ. δολάρια και οι εισαγωγές σε 65 δισ. δολάρια.
Κατεβάστε ολόκληρο το κείμενο της δημοσίευσης εδώ.